Έρευνα: Τα ηλεκτρονικά τσιγάρα συνδέονται με προβλήματα στα οστά

Μπορεί το ηλεκτρονικό τσιγάρο να συνδέεται με μεγαλύτερο κίνδυνο κατάγματος και με προβλήματα στα οστά; Φαίνεται πως η απάντηση είναι θετική, τουλάχιστον σύμφωνα με μία νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα, που για πρώτη φορά δείχνει ότι το άτμισμα μπορεί να αποβεί επιβλαβές για την υγεία των οστών.

Οι ειδικοί υπενθυμίζουν πως  το κάπνισμα των παραδοσιακών τσιγάρων μπορεί να αποτελέσει αιτία κινδύνου για οστεοπόρωση και κάταγμα λόγω πιο εύθραυστων οστών, όμως  η νέα μελέτη δείχνει ότι και το ηλεκτρονικό τσιγάρο πιθανώς μπορεί να αυξήσει τον σχετικό κίνδυνο.

Τα ευρήματα

Οι ερευνητές του Τμήματος Ιατρικής του Πανεπιστημίου του Πίτσμπουργκ και του Ιατρικού Κέντρου UPMC Pinnacle στο Χάρισμπεργκ της Πενσιλβάνια, ανέλυσαν στοιχεία για περισσότερους από 5.500 άνδρες και γυναίκες, εκ των οποίων 4.519 (81,2%) δεν είχαν κάνει ποτέ χρήση ηλεκτρονικού τσιγάρου, 1.050 (18,8%) ήταν μόνο ατμιστές, ενώ 444 (8%) του συνόλου είχαν πάθει κάταγμα (γοφού, καρπού, σπονδυλικής στήλης κ.ά.) μετά από πτώση ή άλλο τραυματισμό.

Η ερευνητική ομάδα διαπίστωσε πως όντως υπάρχει μεγαλύτερη συχνότητα καταγμάτων μεταξύ των χρηστών ηλεκτρονικού τσιγάρου, σε σχέση με τους μη χρήστες. Επίσης οι διπλοί χρήστες, τόσο συμβατικού όσο και ηλεκτρονικού τσιγάρου, είχαν μεγαλύτερη πιθανότητα κατάγματος σε σχέση με τους μόνο καπνιστές.

Εδώ και μία δεκαετία τα ηλεκτρονικά τσιγάρα έκαναν την εμφάνισή τους και έγιναν δημοφιλή ως εναλλακτική, πιο «υγιεινή» επιλογή καπνίσματος, ιδίως στους νέους 18 έως 25 ετών, που δηλώνουν καπνιστές. Αυτή η συνήθεια, με βάση τα νέα δεδομένα, δεν είναι άμοιρη κινδύνων και δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται έτσι. Η σχέση των ηλεκτρονικών καπνικών προϊόντων με τα κατάγματα δεν είχε έως τώρα μελετηθεί, αλλά φαίνεται πως τα ηλεκτρονικά τσιγάρα αυξάνουν τον κίνδυνο οστεοπόρωσης, όπως και το παραδοσιακό κάπνισμα.

Και στο παρελθόν, τα ηλεκτρονικά τσιγάρα έχουν συνδεθεί με αυξημένους κινδύνους για Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ), στεφανιαία νόσο και άλλες σοβαρές παθήσεις.

Η σχετική δημοσίευση έγινε στο ιατρικό περιοδικό «American Journal of Medicine Οpen».

Μοιραστείτε το