Η έλλειψη αλλά και η υπερβολική λήψη του μπορεί να πυροδοτήσει προβλήματα για την υγεία μας και ένα από αυτά είναι η πιθανότητα εκδήλωσης άνοιας, όπως ισχυρίζονται τώρα Ολλανδοί ερευνητές. Στο πλαίσιο της μελέτης τους, μετρήθηκαν τα επίπεδα του μαγνησίου στο αίμα 9.569 ανθρώπων, με μέση ηλικία τα 65 έτη και χωρίς διάγνωση για άνοια. Στη συνέχεια οι ερευνητές χώρισαν όσους έλαβαν μέρος σε 5 ομάδες ανάλογα με τα επίπεδα μαγνησίου στον οργανισμό τους, και συνέχισαν να τους παρακολουθούν για τα επόμενα 8 χρόνια. Τα συνολικά συμπεράσματα έδειξαν πως υπήρξαν 823 διαγνώσεις για άνοια.
Η έρευνα απέδειξε πως όσοι βρίσκονταν στα δύο άκρα των μετρήσεων είχαν περίπου 30% αυξημένες πιθανότητες να διαγνωστούν με άνοια κατά τη διάρκεια της μελέτης. Για να γίνει αυτή η διαπίστωση αυτή πιο κατανοητή και σαφής οφείλουμε να πούμε πως φυσιολογικά θεωρούνται τα επίπεδα μαγνησίου από 0,85 mmol/L -1,10 mmol/L. Στην ομάδα του χαμηλού μαγνησίου η μέτρηση ήταν 0,79 mmol/L και κάτω, ενώ στην ομάδα του υψηλού μαγνησίου 0,9 mmol/L και πάνω.
Η ερευνητική ομάδα με επικεφαλής την Μπρέντα Κίεμπουμ από το Πανεπιστήμιο Εράσμους, δημοσίευσαν την σημαντική ανακάλυψή τους στην επιθεώρηση Neurology της Αμερικανικής Ακαδημίας Νευρολογίας, στην οποία αναφέρουν πως ο ρόλος της διατροφής ως προληπτικό μέσο για την άνοια πρέπει να διευρυνθεί ακόμα περισσότερο. «Αν ο κίνδυνος άνοιας μπορεί να μειωθεί μέσω της διατροφής ή συμπληρωμάτων, η εξέλιξη αυτή θα μπορούσε να αποδειχτεί ιδιαίτερα ωφέλιμη» επισημαίνει η Κίεμπουμ.
Τέλος, οι ερευνητές τόνισαν πως τα ευρήματά τους θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως αφορμή και για άλλες μελλοντικές μελέτες για τα επίπεδα του μαγνησίου στο αίμα και να αποτελέσουν προληπτικό μέσο για όσους πρόκειται να νοσήσουν. Άλλωστε, ειδικά στην περίπτωση της άνοιας είναι γνωστό πως όσο νωρίτερα εντοπιστούν τα πρώτα σημάδια της νόσου, τόσο καλύτερη μπορεί να είναι η αντιμετώπισή της.