Η μελέτη έγινε σε δεδομένα για μισό εκατομμύριο ενήλικες ηλικίας 37-73 ετών από τη βρετανική τράπεζα δεδομένων Biobank. Οι ερευνητές μέτρησαν την έκθεση των συμμετεχόντων σε τρεις τύπους καταστημάτων εστίασης: μπαρ/παμπ, εστιατόρια/καφετέριες και εστιατόρια γρήγορου φαγητού. Η έκθεση καθορίστηκε με βάση την εγγύτητα (διαβίωση σε απόσταση ενός χιλιομέτρου ή 15 λεπτών με τα πόδια) και την πυκνότητα (αριθμό των καταστημάτων έτοιμου φαγητού εντός ενός χιλιομέτρου).
Τα συμπεράσματα της έρευνας
Οι ειδικοί κατέγραψαν σχεδόν 13.000 περιπτώσεις καρδιακής ανεπάρκειας κατά τη διάρκεια δωδεκαετούς περιόδου παρακολούθησης και διαπίστωσαν πως η μεγαλύτερη εγγύτητα και πυκνότητα καταστημάτων έτοιμου προς κατανάλωση φαγητού σχετίζονταν με αυξημένο κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας. Τα στατιστικά έδειξαν μάλιστα πως οι συμμετέχοντες που ζούσαν σε περιοχή με υψηλότερη πυκνότητα καταστημάτων έτοιμου φαγητού είχαν 16% μεγαλύτερο κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας σε σύγκριση με εκείνους που δεν είχαν καταστήματα έτοιμου φαγητού κοντά στο σπίτι τους.
Πιο συγκεκριμένα αποδείχτηκε πως:
· Όσοι βρίσκονταν σε περιοχές με την υψηλότερη πυκνότητα σε παμπ και μπαρ εμφάνιζαν 14% υψηλότερο κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας,
· Όσοι ζούσαν στις περιοχές με την υψηλότερη πυκνότητα σε καταστήματα fast food είχαν 12% υψηλότερο κίνδυνο.
· Οι συμμετέχοντες που ζούσαν πιο κοντά σε παμπ και μπαρ, σε απόσταση μικρότερη από 500 μέτρα, είχαν 13% υψηλότερο κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας.
· Αυτοί που ζούσαν πιο κοντά σε καταστήματα fast food είχαν 10% υψηλότερο κίνδυνο σε σύγκριση με όσους ζούσαν σε απόσταση πάνω από δύο χιλιόμετρα.
Άλλα ενδιαφέροντα στοιχεία που αποκάλυψε η έρευνα απέδειξαν πως υπάρχει ισχυρή συσχέτιση μεταξύ του περιβάλλοντος διατροφής και του αυξημένου κινδύνου καρδιακής ανεπάρκειας σε άτομα που δεν είχαν πτυχίο πανεπιστημίου και εκείνων που ζούσαν σε αστικές περιοχές χωρίς πρόσβαση σε εγκαταστάσεις σωματικής δραστηριότητας, όπως γυμναστήρια, αθλητικοί χώροι κ.α.