Γιαούρτι: ένα φυσικό όπλο ενάντια στη κατάθλιψη!

Η αξία του γιαουρτιού στην διατροφή μας είναι γνωστή και αδιαμφισβήτητη καθώς αποτελεί εξαιρετική πηγή προβιοτικών ενώ διαθέτει πρωτεΐνες, υδατάνθρακες, ασβέστιο, φώσφορο και βιταμίνες του συμπλέγματος Α και Β. Εκτός λοιπόν από τα θρεπτικά συστατικά που προσφέρει στον οργανισμό μας, επιστήμονες ισχυρίζονται πως αποτελεί και ένα φυσικό όπλο ενάντια στην κατάθλιψη, σύμφωνα με πορίσματα νέας αμερικανικής έρευνας.

Στις ΗΠΑ, όπου και διενεργήθηκε η έρευνα, περίπου το 7% του πληθυσμού της χώρας έχει βιώσει τουλάχιστον ένα καταθλιπτικό επεισόδιο και τα ποσοστά δείχνουν να αυξάνονται διαρκώς. Η ερευνητική ομάδα από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Βιρτζίνια προσπαθεί να καλύψει τις ολοένα αυξανόμενες ανάγκες για αντιμετώπιση της νόσου, με φυσικό όμως τρόπο και όχι αποκλειστικά μέσω της φαρμακευτικής οδού.

Πειράματα που διενεργήθηκαν σε ποντίκια, απέδειξαν ότι οι γαλακτοβάκιλλοι, τα καλά βακτήρια που υπάρχουν στο έντερο και αναπτύσσονται και στο γιαούρτι, έχουν αντικαταθλιπτική (και αντι-υπερτασική) δράση. Αυτό τελικά συμβαίνει γιατί η ποσότητα των γαλακτοβακίλλων του εντέρου επηρεάζει τα επίπεδα ενός μεταβολίτη στο αίμα (πιο συγκριμένα της κυνουρενίνης), ο οποίος έχει αποδειχτεί πως σχετίζεται με καταθλιπτικά επεισόδια. Το πείραμα έδειξε πως, στην περίπτωση που μειώνονται οι γαλακτοβάκιλλοι στο έντερο ανεβαίνουν τα επίπεδα της κυνουρενίνης και ταυτόχρονα μπορεί να εκδηλωθούν συμπτώματα κλινικής κατάθλιψης. Στα ποντίκια δόθηκαν γαλακτοβάκιλλοι μέσω της τροφής τους και τότε διαπιστώθηκε πως τα συμπτώματα υποχώρησαν εμφανώς, χωρίς άλλη εξωτερική παρέμβαση.

Οι ερευνητές τονίζουν φυσικά πως το γιαούρτι από μόνο του και δεν αποτελεί θεραπεία για την κατάθλιψη και όσοι λαμβάνουν φαρμακευτική αγωγή, κατόπιν εντολής γιατρού, δεν πρέπει να την διακόψουν σε καμία περίπτωση.

«Θα ήταν μαγικό να αλλάζατε μόνο τη διατροφή σας, να αλλάξετε τα βακτήρια που παίρνετε, και έτσι να διορθώσετε την υγεία σας και τη ψυχολογία σας», σημειώνει ο επικεφαλής της έρευνας Alban Gaultier, Ph.D., από το Κέντρου Εγκεφάλου Ανοσολογίας της Βιρτζίνια.

Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Scientific Reports.

Μοιραστείτε το