Σε μια σημαντική προειδοποίηση προχώρησε το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ECDC), σύμφωνα με την οποία αυξάνονται τα περιστατικά ηπατίτιδας Β και C στην Ευρώπη και, παράλληλα, καταγράφεται αύξηση των κρουσμάτων των μεταδιδόμενων λοιμώξεων.
Η Ελλάδα ακολουθεί την ευρωπαϊκή τάση, με συνολικά 461 περιστατικά το 2023 ηπατίτιδας Β και C, γεγονός που αναδεικνύει την ανάγκη για στρατηγικές Δημόσιας Υγείας.
Τα στοιχεία του ECDC
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ECDC, το 2023, 30 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης/Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΕ/ΕΟΧ) ανέφεραν 37.766 περιπτώσεις μόλυνσης από τον ιό της ηπατίτιδας Β που αντιστοιχεί σε αναλογία 8,1 περιπτώσεων ανά 100.000 πληθυσμού. Πιο συγκεκριμένα:
- Από το σύνολο των περιστατικών, το 6,3% αναφέρθηκαν ως οξείες, το 40,5% ως χρόνιες, το 46,1% ως «άγνωστης μορφής» και το 7,1% ως «μη δυνατό να ταξινομηθούν».
- Τα υψηλότερα ποσοστά τόσο των οξέων όσο και των χρόνιων λοιμώξεων παρατηρήθηκαν στην ηλικιακή ομάδα 25–54 ετών (63,1%). Μεταξύ των οξέων περιστατικών με πλήρη στοιχεία, η πιο συχνά αναφερόμενη οδός μετάδοσης ήταν η ετεροφυλοφιλική σεξουαλική επαφή (18,0%), ακολουθούμενη από νοσοκομειακή μετάδοση (16,0%) και μετάδοση μεταξύ ανδρών που έχουν σεξουαλικές επαφές με άνδρες (14,7%).
- Στις χρόνιες περιπτώσεις, η πιο συχνά αναφερόμενη οδός μετάδοσης ήταν από μητέρα σε παιδί (39,4%).
- Από το 2014 έως το 2021, το ποσοστό των οξέων περιστατικών μειώθηκε από 0,7 σε 0,3 ανά 100.000, ενώ στη συνέχεια αυξήθηκε κατά 97,1% σε 0,6 μεταξύ 2021 και 2023. Από το 2014 έως το 2016, το ποσοστό των χρόνιων περιστατικών αυξήθηκε από 5,6 σε 6,3 ανά 100.000 πληθυσμού.
- Μεταξύ 2017 και 2021, μειώθηκε από 5,2 σε 3,0 ανά 100.000 πληθυσμού, και ακολούθησε αύξηση κατά 40% σε 4,2 ανά 100.000 πληθυσμού το 2023.
Tι λένε τα νούμερα για την Ελλάδα
Με βάση τα συγκεντρωθέντα στοιχεία, στην Ελλάδα, καταγράφηκαν συνολικά 165 περιστατικά ηπατίτιδας Β το 2021, αριθμός που αυξήθηκε σε 183 το 2022 και 217 το 2023. Παρατηρείται, δηλαδή, μια αύξηση των κρουσμάτων κατά 19% σε ένα χρόνο στη χώρα μας. Το ECDC σημειώνει στη νεότερη έκθεσή του ότι είναι αναγκαία η βελτίωση της ποιότητας των δεδομένων επιτήρησης, συνολικά για την Ευρώπη, για την καλύτερη παρακολούθηση της επιδημιολογικής κατάστασης.