Γιατί η έκθεση σε υψηλές θερμοκρασίες είναι απειλή για την υγεία
Είναι γεγονός πως η έκθεση σε υψηλές θερμοκρασίες αποτελεί σοβαρή απειλή για τη φυσιολογία και την υγεία του ανθρώπινου οργανισμού. Όπως εξηγεί ο Δρ Ανδρέας Φλουρής, επιτακτική ανάγκη αποτελεί η διατήρηση της θερμοκρασίας του σώματος περίπου στους 37°C, καθώς ακόμη και μικρές αυξήσεις των 2-3°C μπορούν να προκαλέσουν σοβαρές και δυνητικά απειλητικές διαταραχές, ιδιαίτερα στον εγκέφαλο.
Επισημαίνει πως οι θερμοκρασίες άνω των 40°C αυξάνουν κατακόρυφα την πιθανότητα για θερμοπληξία, ενώ χαμηλότερα επίπεδα θερμοκρασίας (38-40°C) μπορεί να προκαλέσουν θερμική εξάντληση η οποία συνήθως εμφανίζεται με λιποθυμία, αδυναμία, άγχος, έντονη δίψα, ζάλη και πονοκεφάλους.
Η θερμική καταπόνηση μπορεί να επέλθει από διάφορες παράγοντες όπως η εξωτερική θερμοκρασία, η έντονη άσκηση, ο ακατάλληλος ρουχισμός κ.α. Ο Δρ Ανδρέας Φλουρής, ο οποίος είναι Σύμβουλος του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, χαρακτηριστικά αναφέρει ότι η θερμική καταπόνηση προκαλεί διάφορες επιπτώσεις στη φυσιολογία μας, όπως αύξηση της θερμοκρασίας του σώματος και του δέρματος, περισσότερη ροή αίματος προς το δέρμα, ταχύτερους καρδιακούς παλμούς και περισσότερο ιδρώτα. Επίσης, προσθέτει ότι η θερμική καταπόνηση οδηγεί σε μειωμένη σωματική απόδοση αλλά και παραγωγικότητα.
«Επιδημιολογικά δεδομένα μας δείχνουν ότι οι μεσήλικες και οι ηλικιωμένες γυναίκες αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο νοσηρότητας και θνησιμότητας από τη ζέστη, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια καυσώνων, συγκριτικά με συνομήλικους άνδρες» αναφέρει ο Δρ Φλουρής.
Συνεχίζοντας, εξηγεί ότι «σειρά μελετών μας προσπαθούν να εξηγήσουν κατά πόσο οι γυναίκες και οι άνδρες μπορούν να ανεχθούν την παρατεταμένη εργασία σε θερμό περιβάλλον. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι γυναίκες έχουν συνολικά μειωμένη ικανότητα ρύθμισης της θερμοκρασίας του πυρήνα του σώματός τους όταν εκτίθενται σε θερμική καταπόνηση. Αυτό οφείλεται στη μειωμένη εφίδρωση που παρατηρείται στις γυναίκες, παρά το ότι έχουν περισσότερους ιδρωτοποιούς αδένες. Περαιτέρω δεδομένα από τις μελέτες μας έδειξαν ότι η μειωμένη ανοχή των γυναικών στη ζέστη σχετίζεται επίσης με παράγοντες όπως η σωματική μορφολογία, η σωματική κατάσταση και ο τύπος της εργασίας». Παρόλα τα παραπάνω ευρήματα, τονίζει ο Δρ Φλουρής, «εξακολουθεί να υπάρχει προβληματισμός στην επιστημονική κοινότητα για το κατά πόσο το φύλο επηρεάζει ανεξάρτητα την ικανότητα θερμορύθμισης».