Η λιποσωμική ιρινοτεκάνη (Onivyde) είναι το νέο χημειοθεραπευτικό φάρμακο που έλαβε έγκριση σε συνδυασμό με την οξαλιπλατίνη, τη φθοριοουρακίλη και τη λευκοβορίνη (NALIRIFOX) για την πρώτη γραμμή θεραπείας μεταστατικής νόσου με βάση τη μελέτη NAPOLI-3.Τα τελευταία χρόνια διαπιστώνεται μία αύξηση στην επίπτωση του συγκεκριμένου καρκίνου, μια νόσο εξαιρετικά επικίνδυνη καθώς είναι ασυμπτωματική στα πρώτα στάδια. Οι γιατροί μάλιστα κάνουν λόγο για «σιωπηλή νόσο» με το 80% των περιπτώσεων να διαγιγνώσκεται ήδη σε προχωρημένο στάδιο.
Η αντιμετώπιση αυτού του καρκίνου όταν είναι εντοπισμένος, συνίσταται σε ριζική χειρουργική αντιμετώπιση και τη χορήγηση επικουρικής χημειοθεραπείας. Στις περιπτώσεις όπου ο καρκίνος του παγκρέατος είναι τοπικά προχωρημένος ή μετασταστικός, χορηγείται συστηματική χημειοθεραπεία και τα τελευταία χρόνια έχει διαπιστωθεί βελτίωση στην πρόγνωση των ασθενών αυτών.
Οι ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής (Νοσοκομείο Αλεξάνδρα) της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ Αγγελική Ανδρικοπούλου, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Παθολόγος Καθηγήτρια Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής) και ο Θάνος Δημόπουλος (τ. Πρύτανης ΕΚΠΑ, Καθηγητής Ογκολογίας – Αιματολογίας), συνοψίζουν τα δεδομένα μιας καινούριας θεραπευτικής αγωγής που εγκρίθηκε από τον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA) στις 13 Φεβρουαρίου του 2024.
Τι έδειξε η μελέτη
Η συγκεκριμένη μελέτη συμπεριέλαβε 770 ασθενείς με καρκίνο παγκρέατος που δεν είχαν λάβει προηγουμένως θεραπεία να αντιμετωπισθούν είτε με τον συνδυασμό λιποσωμικής ιρινοτεκάνης, οξαλιπλατίνης, φθοριοουρακίλης και λευκοβορίνης (NALIRIFOX) είτε με την καθιερωμένη αγωγή γεμσιταβίνης και ναμπ-πακλιταξέλης. Διαπιστώθηκε ότι ο νέος συνδυασμός NALIRIFOX συνδυάστηκε με αντικειμενική ανταπόκριση σε 42% των ασθενών, βελτίωσε τη συνολική τους επιβίωση κατά 16% και το διάστημα ελεύθερο προόδου νόσου κατά 30%.
Βασιζόμενοι στα νέα δεδομένα που πρόκυψαν ο συνδυασμός NALIRIFOX θεωρείται η ενδεδειγμένη θεραπευτική αγωγή πρώτης γραμμής. Επιπλέον, ο συνδυασμός αυτός μελετάται και ως εισαγωγική χημειοθεραπεία σε ασθενείς που είναι υποψήφιοι για χειρουργική αντιμετώπιση.