Αυτή η μορφή καρκίνου δεν προκαλεί εμφανή συμπτώματα και, όταν αυτά τελικά υπάρξουν, η νόσος έχει προχωρήσει και μπορεί να αποδειχτεί δύσκολα διαχειρίσιμη. Μάλιστα, ακόμη και όταν προκαλεί συμπτώματα, η γυναίκα μπορεί να τα αποδώσει σε άλλες αιτίες, όπως το προεμμηνορροϊκό σύνδρομο, το στρες ή ακόμα και μια ουρολοίμωξη. Ακολουθούν οι βασικοί παράγοντες που γνωρίζουμε πως μπορούν να συμβάλλουν στον καρκίνο των ωοθηκών, ώστε οι γυναίκες να απευθυνθούν εγκαίρως στον γιατρό τους :
Κληρονομικότητα
Αρκετές γονιδιακές μεταλλάξεις αυξάνουν τον κίνδυνο για τον καρκίνο των ωοθηκών (π.χ. BRCA1, BRCA2). Ενδεικτικά, υπολογίζεται ότι στον γενικό πληθυσμό καρκίνο των ωοθηκών εκδηλώνει μία στις 100 γυναίκες, ενώ μεταξύ των γυναικών που έχουν στον γενετικό τους κώδικα μετάλλαξη του γονιδίου BRCA1 το αντίστοιχο ποσοστό φτάνει το 44%. Για το γονίδιο BRCA2 το ποσοστό εκτιμάται στο 17%.
Στην περίπτωση που μια γυναίκα έχει οικογενειακό ιστορικό για καρκίνο των ωοθηκών ή άλλους καρκίνους που σχετίζονται με αυτές τις γονιδιακές μεταλλάξεις (π.χ. μαστού, μελάνωμα, παγκρέατος), καλό θα είναι να ενημερωθεί για τον γονιδιακό έλεγχο και να απευθυνθεί στους ειδικούς.
Υπερβολικό βάρος
Το αυξημένο σωματικό βάρος επιδρά αρνητικά στο ορμονικό σύστημα κι αυτό γιατί ο λιπώδης ιστός του σώματος παράγει οιστρογόνα. Η υπερβολική παραγωγή οιστρογόνων, ιδίως στις μεγαλύτερες γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση, συμβάλλει τόσο στον καρκίνο των ωοθηκών όσο και στον καρκίνο της μήτρας.
Ηλικία
Υπολογίζεται πως τα μισά περιστατικά καρκίνου των ωοθηκών αφορούν γυναίκες 63 ετών και άνω. Δυστυχώς η ηλικία αποτελεί μη τροποποιήσιμο παράγοντα κινδύνου για ευρύ φάσμα ασθενειών, όμως ένας υγιεινός τρόπος ζωής με συστηματική άσκηση και καλή διατροφή μπορεί να βοηθήσουν ώστε να διαφυλάξει κάποιος την υγεία του.
Ενδομητρίωση
Η ενδομητρίωση είναι μια συχνή και επώδυνη γυναικολογική πάθηση που χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη του ενδομητρίου (του ιστού που επενδύει εσωτερικά τη μήτρα) εκτός της μήτρας, π.χ στις σάλπιγγες ή τις ωοθήκες. Οι γυναίκες που έχουν διαγνωστεί με ενδομητρίωση εκτιμάται ότι διατρέχουν ελαφρώς αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης καρκίνου των ωοθηκών, αν και αυτό εξετάζεται πάντα κατά περίπτωση και δεν αποτελεί καθολικό κανόνα.