Ο σοβαρός τραυματισμός στο κεφάλι συσχετίζεται με τη νόσο Αλτσχάιμερ

Άν κάποιος σας ρωτούσε τι γνωρίζετε για τη νόσο Αλτσχάιμερ, πιθανώς, το πρώτο πράγμα που θα απαντούσατε είναι πως αποτελεί ασθένεια των μεγαλυτέρων σε ηλικία ανθρώπων και σχετίζεται με την γήρανση του εγκεφάλου.

Ερευνητές όμως που μελετούν για δεκαετίες αυτήν την σοβαρή ασθένεια διαπίστωσαν πως ορισμένοι άνθρωποι που έχουν υποστεί σοβαρό τραυματισμό στο κεφάλι κάποια στιγμή της ζωής τους (π.χ. σε τροχαίο ατύχημα ή σε πτώση), ίσως τελικά να κινδυνεύουν από την εμφάνιση της νόσου. Αυτό συμβαίνει γιατί μπορεί να έχουν αποκτήσει πρωτεϊνικές «πλάκες» παρόμοιες με αυτές που εμφανίζονται στον εγκέφαλο των ανθρώπων που πάσχουν από Αλτσχάιμερ (στους ασθενείς με Αλτσχάιμερ, η βήτα αμυλοειδής πρωτεΐνη δημιουργεί πλάκες που συσσωρεύονται στο εγκέφαλο, μία ανωμαλία πολύ συχνή στη νόσο). Οι ομοιότητες όμως δεν σταματάνε εκεί! Οι επιστήμονες κατέληξαν πως οι πλάκες μπορεί ακόμα και να βρίσκονται στα ίδια ακριβώς σημεία όπου δρα και η νευροεκφυλιστική νόσος.

Η μελέτη πραγματοποιήθηκε σε 9 ανθρώπους που είχαν υποστεί τραυματισμό στο κεφάλι και τα τραύματα είχαν συμβεί ως και 17 χρόνια πριν την έναρξη της έρευνας, σε 9 άτομα που δεν έχει προηγηθεί τραυματισμός και σε 9 άτομα που πάσχουν από τη νόσο Αλτσχάιμερ. Τα αποτελέσματα απέδειξαν δυο σημαντικά δεδομένα:

  • οι εγκέφαλοι τόσο των ασθενών με Αλτσχάιμερ, όσο και όσων είχαν κάποτε χτυπήσει σοβαρά στο κεφάλι, εμφάνιζαν πλάκες της πρωτεΐνης αμυλοειδούς στο κέντρο του εγκεφάλου και στην παρεγκεφαλίδα.
  • όσο επιζήμιο ήταν το παλιό τραύμα στην φαιά ουσία του εγκεφάλου, τόσο πιο εκτεταμένες ήταν και οι πλάκες με την πάροδο των ετών.

Ο επικεφαλής της έρευνας ανέλυσε τα πορίσματα λέγοντας πως, καθώς αποδείχτηκε από τη μελέτη των στοιχείων, τα άτομα με τον παλιό τραυματισμό στο κεφάλι έχουν χειρότερες νοητικές επιδόσεις π.χ. στην ταχύτητα συγκέντρωσης, σε σχέση με άτομα της ίδιας ηλικίας που δεν είχαν υποστεί τραυματισμό. Τα στοιχεία που προέκυψαν πυροδοτούν μια νέα σειρά μελετών για την διεξαγωγή περαιτέρω και ασφαλέστερων συμπερασμάτων πάνω στο θέμα.

Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από το Imperial College του Λονδίνου, με επικεφαλής τον καθηγητή νευρολογίας Ντέηβιντ Σαρπ και δημοσιεύθηκε σε ιατρικές εκδόσεις της Αμερικανικής Ακαδημίας Νευρολογίας.

Μοιραστείτε το